Κατανόηση του Plusquamperfect Tense: Ένας οδηγός για τη χρήση και τη σημασία του
Το Plusquamperfect (plusquamperfect) είναι ένας γραμματικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια μορφή ρήματος που είναι πιο τέλεια από τον τέλειο χρόνο. Ο χρόνος plusquamperfect σχηματίζεται χρησιμοποιώντας το παρελθοντικό του κύριου ρήματος και υποδεικνύει μια ενέργεια που ολοκληρώθηκε πριν από μια άλλη ενέργεια στο παρελθόν.
Για παράδειγμα, στα αγγλικά, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον παρελθόν τέλειο χρόνο για να δείξουμε ότι ένα γεγονός συνέβη πριν από ένα άλλο εκδήλωση στο παρελθόν:
* Είχα φάει πρωινό πριν πάω στη δουλειά. (Εδώ, το "είχε φάει" είναι η περασμένη τέλεια μορφή του ρήματος "eat.")
Στα Λατινικά, ο χρόνος plusquamperfect σχηματίζεται χρησιμοποιώντας το τέλειο στέλεχος του ρήματος και δείχνει μια ενέργεια που ολοκληρώθηκε πριν από μια άλλη ενέργεια στο παρελθόν . Για παράδειγμα:
* Το Ego είχε φάει (τέλειο στέλεχος του «eo», να φάω) πριν πάω στη δουλειά.
Ο χρόνος plusquamperfect δεν χρησιμοποιείται συνήθως στα σύγχρονα αγγλικά, αλλά εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σε ορισμένα επίσημα ή λογοτεχνικά πλαίσια. Στα Λατινικά, ο χρόνος plusquamperfect είναι λιγότερο κοινός από τον τέλειο χρόνο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δώσει έμφαση ή για να δείξει μεγαλύτερο βαθμό ολοκλήρωσης σε μια ενέργεια.



