Κατανόηση των ρήξεων: Ορισμός, τύποι και επιλογές θεραπείας
Τρυπημένο σημαίνει έντονα κομμένο ή σχισμένο, συχνά με οδοντωτές άκρες. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει ένα τραύμα ή τραυματισμό που έχει προκαλέσει σημαντική βλάβη στο δέρμα ή σε άλλους ιστούς. Για παράδειγμα, εάν το χέρι κάποιου κόβεται βαθιά με ένα αιχμηρό αντικείμενο, μπορεί να ειπωθεί ότι έχει ένα σχισμένο χέρι. Η λέξη μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί ευρύτερα για να περιγράψει κάθε είδους σοβαρή ρήξη ή σχίσιμο, όπως μια σχισμένη σελίδα σε ένα βιβλίο ή ένας σχισμένος μυς σε έναν αθλητή.
Μου αρέσει
Δεν μου αρέσει
Αναφορά σφάλματος περιεχομένου
Κοινή