Κατανόηση Absolve: Definition and Contextual Meaning
Απαλλάσσω σημαίνει απαλλάσσω κάποιον από χρέος, υποχρέωση ή ενοχή. Μπορεί επίσης να σημαίνει ότι συγχωρείτε ή συγχωρείτε κάποιον για την αδικία του. Στο πλαίσιο της πρότασης που παρείχατε, «ο Πάπας τον απάλλαξε από τις αμαρτίες του», σημαίνει ότι ο Πάπας τον συγχώρεσε για τις αμαρτίες του και τον απελευθέρωσε από οποιαδήποτε τιμωρία ή ποινή λόγω αυτών των αμαρτιών.



