mobile theme mode icon
theme mode light icon theme mode dark icon
Random Question Τυχαίος
speech play
speech pause
speech stop

Τι σημαίνει «παρέκκλιση»;

Η παρέκκλιση προέρχεται από τη λατινική λέξη derogare, που σημαίνει «κατεβάζω σε βαθμό ή αξιοπρέπεια» ή «αφαιρώ από». Στα αγγλικά, το derogate μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ρήμα ή ως επίθετο.

Ως ρήμα, το derogate σημαίνει χαμηλώνω σε βαθμό ή αξιοπρέπεια, υποτιμώ ή υποτιμώ. Για παράδειγμα:

* Η νέα πολιτική παρεκκλίνει τα δικαιώματα των μειονοτήτων.
* Ο διευθυντής παρέκκλινε την εργασία του υπαλλήλου μπροστά σε ολόκληρη την ομάδα.

Ως επίθετο, παρέκκλιση σημαίνει κατώτερο ή υποδεέστερο. Για παράδειγμα:

* Το καθεστώς παρέκκλισης των γυναικών στην κοινωνία είναι ένα μακροχρόνιο ζήτημα.
* Η εταιρεία αντιμετωπίζει τους προσωρινούς εργαζομένους της ως υπαλλήλους παρέκκλισης.

Σε νομικά πλαίσια, η παρέκκλιση μπορεί να αναφέρεται σε μια διάταξη μιας συνθήκης ή νόμου που επιτρέπει εξαιρέσεις ή αποκλίσεις από τον κύριο κανόνα. Για παράδειγμα:

* Η συνθήκη παρεκκλίνει από την αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
* Οι νέοι κανονισμοί παρεκκλίνουν από τα προηγούμενα πρότυπα.

Το Knowway.org χρησιμοποιεί cookies για να σας παρέχει καλύτερη εξυπηρέτηση. Χρησιμοποιώντας το Knowway.org, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies από εμάς. Για λεπτομερείς πληροφορίες, μπορείτε να διαβάσετε το κείμενο της Πολιτικής Cookie. close-policy