The Art of Gormandizing: Μια ματιά στην ιστορία και τη χρήση αυτού του ξεχασμένου ρήματος
Το Gormandize είναι ένα ρήμα που σημαίνει τρώω ή καταναλώνω υπερβολικά, ειδικά με λαιμαργία ή έλλειψη αυτοελέγχου. Μπορεί επίσης να αναφέρεται στην πράξη του να καταβροχθίζεις ή να καταπιείς κάτι ολόκληρο και γρήγορα, χωρίς να το μασήσεις ή να το χωνέψεις σωστά.
Η λέξη "gormandize" προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη "gormander", που σημαίνει να τρως λαίμαργα ή λαίμαργα. Χρησιμοποιείται στα αγγλικά από τον 14ο αιώνα για να περιγράψει την υπερβολική απόλαυση στο φαγητό ή άλλες επιθυμίες.
Παραδείγματα για το πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί το «gormandize» σε μια πρόταση περιλαμβάνουν:
* Μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά, έφτιαξε μόνη της μια ολόκληρη πίτσα .
* Έλεγε πρόχειρο φαγητό όλο το Σαββατοκύριακο και τώρα αισθάνεται άρρωστος.
* Τα παιδιά έκαναν γλυκά και γλυκά κατά τη διάρκεια του Halloween.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το "gormandize" δεν είναι μια ευρέως χρησιμοποιούμενη λέξη στα σύγχρονα αγγλικά και μπορεί να θεωρηθεί κάπως αρχαϊκή ή τυπική. Ωστόσο, μπορεί ακόμα να βρεθεί σε ορισμένα πλαίσια, όπως σε ιστορικά μυθιστορήματα ή λογοτεχνικά έργα.



