The Art of Scrounging: Mastering the Fine Art of Finding Free Stuff
Το Scrounge είναι ένα ρήμα που σημαίνει να ψάχνω ή να συγκεντρώνω κάτι, ειδικά τρόφιμα ή πόρους, με περιστασιακό ή ευκαιριακό τρόπο. Μπορεί επίσης να αναφέρεται σε κάποιον που πάντα ψάχνει τρόπους να πάρει κάτι δωρεάν ή με έκπτωση.
Παραδείγματα:
* Πάντα ψαχουλεύει στην κουζίνα για να βρει τα υπολείμματα για σνακ.
* Είναι μάστορας στο να μαζεύει δωρεάν δείγματα στο το παντοπωλείο.
* Έπρεπε να μαζέψουν ό,τι μπορούσαν να βρουν για να φτιάξουν το δείπνο.
Η λέξη "scrounge" χρησιμοποιείται συχνά σε άτυπα πλαίσια και μπορεί να έχει αρνητική χροιά, υπονοώντας ότι κάποιος τεμπελιάζει ή εκμεταλλεύεται τους άλλους. Ωστόσο, μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί με πιο ουδέτερο τρόπο για να περιγράψει κάποιον που είναι πολυμήχανος και ικανός να βρει δημιουργικές λύσεις σε οικονομικές προκλήσεις.